Γερμανία — Επίσημη ονομασία: Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας Προηγούμενη ονομασία (1948 90): Γερμανική Ομοσπονδιακή Δημοκρατία (ή Δυτική Γερμανία) & Γερμανική Λαϊκή Δημοκρατία) Έκταση: 357.021 τ.χλμ Πληθυσμός: 82.440.309 κάτ. (2000) Πρωτεύουσα:… … Dictionary of Greek
безчисльныи — (140) пр. Бесчисленный, неисчислимый: донъдеже си твориши. бещисльна˫а ˫аже пишеши посълани˫а ||=ти не оуспѣють. (αἱ μυριάδες) КЕ XII, 201а б; бещисльныихъ бѣсовъ гл(с)а. ЖФП XII, 38б; и видѣ множьство бещисльныхъ чиновъ. въ бѣлахъ ризахъ. ЖФСт… … Словарь древнерусского языка (XI-XIV вв.)
μυριοταγός — μυριοταγός, ὁ (Α) (πιθ. γρφ.) ο αρχηγός μυρίων, δηλ. αναρίθμητων ένοπλων ανδρών («Μάρδων ἀνδρῶν μυριοταγόν», Αισχύλ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < μυρι(ο) * + ταγός «αρχηγός»] … Dictionary of Greek
φυσική — Επιστήμη που μελετά τη δομή και τις ιδιότητες της ύλης σε όλες τις πολυποίκιλες συνθήκες και μορφές της, καθώς επίσης τους νόμους που ρυθμίζουν την κίνησή της και τις αμοιβαίες μετατροπές. Αν και η μελέτη της φύσης προκάλεσε το ενδιαφέρον των… … Dictionary of Greek
Γαλλία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Γαλλίας Έκταση: 547.030 τ.χλμ Πληθυσμός: 58.518.148 κάτ. (2000) Πρωτεύουσα: Παρίσι (2.125.246 κάτ. το 2000)Κράτος της δυτικής Ευρώπης. Συνορεύει στα ΝΑ με την Ισπανία και την Ανδόρα, στα Β με το Βέλγιο και το… … Dictionary of Greek
Ζομινί, Αντουάν Ανρί — (Antoine Henry Zomini, Παγιέρν 1779 – Παρίσι 1869). Ελβετός στρατηγός. Έγινε κυρίως γνωστός με τις μελέτες του για την πολεμική τέχνη. Αφού οργάνωσε τις ελβετικές δυνάμεις, που βρίσκονταν στην υπηρεσία της Γαλλίας, έγραψε το Σύστημα μεγάλων… … Dictionary of Greek
Ιρλανδία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Ιρλανδίας Έκταση: 70.280 τ. χλμ. Πληθυσμός: 3.883.159 (2002) Πρωτεύουσα: Δουβλίνο (495.102 κάτ. το 2002)Νησιωτικό κράτος της βορειοδυτικής Ευρώπης. Καλύπτει τα πέντε έκτα της έκτασης του ομώνυμου νησιού που… … Dictionary of Greek
Μπουτάν — Κράτος της νότιας Κεντρικής Ασίας. Συνορεύει Β και ΒΔ με το Θιβέτ και Α, Ν και ΝΔ με την Ινδία.Το Μ., σχεδόν απρόσιτο ανάμεσα στην οροσειρά των Iμαλαΐων και αγκιστρωμένο στις παραδόσεις του, παραμένει στο περιθώριο των διεθνών πολιτικών εξελίξεων … Dictionary of Greek
Μπρούνο, Τζορντάνο — (Giordano Bruno, Νόλα 1548 – Ρώμη 1600). Ιταλός φιλόσοφος. Το βαπτιστικό του όνομα ήταν Φιλίπο, αλλά έλαβε το όνομα Τζορντάνο όταν, σε ηλικία δέκα οχτώ ετών, μπήκε σε μοναστήρι Δομινικανών στη Νάπολη. Πνεύμα ανήσυχο, φύση ορμητική και μαχητική,… … Dictionary of Greek
Μυανμάρ — Κράτος της νοτιανατολικής Ασίας. Συνορεύει Β και ΒΑ με την Κίνα, Α με το Λάος και την Ταϊλάνδη και Δ με το Μπανγκλαντές και την Ινδία. Βρέχεται Ν από τη Θάλασσα Ανταμάν και ΝΔ από τον Kόλπο της Βεγγάλης.Aπό εδαφική άποψη, η Μ. ή Bιρμανία… … Dictionary of Greek